19 Ιαν 2007

ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ 4--Δείτε και το site!>>>

ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ 4--Δείτε και το site!>>>


Στο μεταξύ, η Grace (έτσι την φώναζε ο Jorje: Grace) δεν έπαψε να σκέφτεται ούτε στιγμή το παρελθόν. Το γλυκόπικρο παρελθόν…
Η πρώτη φορά που του μίλησε θα μείνει για πάντα χαραγμένη βαθιά στην καρδιά της. Εκείνη είχε μόλις ξυπνήσει. Έβαλε τη ρόμπα της, και έχοντας ακόμα κύκλους κάτω από τα μάτια πήγε να βάλει καφέ. Εκείνος καθόταν σε μια καρέκλα στο βάθος του σαλονιού έχοντας δίπλα την κιθάρα του, και χάζευε, έδειχνε να περιμένει κάτι. Έσουρνε τα πόδια της και μουρμούραγε κάτι όταν πέρασε από μπροστά του. Έβριζε τον σκύλο του γείτονα που γάβγιζε. Χωρίς να το καλοσκεφτεί του είπε καλημέρα και κατευθύνθηκε προς την καφετιέρα. Όταν όμως κατάλαβε ότι κάποιος –και πόσο μάλλον ο Jorje- ήταν στο σαλόνι της, και πως την έβλεπε τελείως αχτένιστη και με τη ρόμπα – πόσο μάλλον ο Jorje- τινάχτηκε προς τα πίσω, και τον κοίταξε κάπως περίεργα. Πριν προλάβει να πει κάτι, εκείνος της εξήγησε πως ήταν εκεί γιατί περίμενε τη μητέρα του που είχε πάει μαζί με την μητέρα της για κάτι σπόρια στον κήπο. Αν την ενοχλούσε, μπορούσε να φύγει.
«Όχι καλέ, κάνε δουλειά σου!» Αφού ήπιε σχεδόν μια κούπα καφέ μονορούφι, για να αντέξει, πήγε και έκατσε μαζί του. Μίλησαν. Συστήθηκαν και είπαν διάφορα για τα ενδιαφέροντά τους. Ανακάλυψαν τόσα πολλα κοινά στοιχεία! Άκουγαν την ίδια μουσική, τους άρεσαν οι ίδιες ταινίες, τα ίδια επιτραπέζια… Η Graciela προσπαθούσε να δείχνει όσο πιο ήρεμη γινόταν, αν και δεν ήταν εύκολο! Δεν μίλησαν για πολλή ώρα. Μόνο μέχρι να έρθουν οι μητέρες τους από τον κήπο. Είπαν να μην χαθούν. Μόλις η πόρτα έκλεισε πίσω του, η Graciela χοροπηδούσε απ’ την χαρά της!!
Από τότε, τον έβλεπε κάθε τόσο και μιλούσαν, αλλά ποτέ δεν σκέφτηκε αυτός να κάνει κάτι μαζί της και αυτή δεν του αποκάλυψε ποτέ ότι είναι ερωτευμένη μαζί του!
Ας γυρίσουμε όμως στην Guadalajara... H Bianca κι η Leticia, ήταν στο σπίτι της Donna Helena, κι ετοιμάζονταν για το κλαμπ. Είχαν κανονίσει από το πρωί στα Starbucks να πάνε μαζί με τη Barbarella και το Mauricio. Καθώς βοηθούσαν την Donna Helena να αποφασίσει τι να βάλει μιλούσαν για το θέμα του Jose. Η Bianca και η Leticia προσπαθούσαν να της πουν ότι δεν θα πρέπει να τον απατήσει επειδή είναι μακριά του, γιατί αν τον αγαπούσε πραγματικά, όσο μακριά και να ήταν ο ένας απ' τον τον άλλον δεν είχε σημασία... Αυτή όμως, το είχε πάρει απόφαση. Ήθελε έναν έρωτα, ζωντανό, γεμάτο πάθος, εξ επαφής...
Στο αυτοκίνητο ήταν και οι τρεις τους σιωπηλές... Όταν έφτασαν, είδαν τον Mauricio, την Barbarella και κάποιον άλλον να τους περιμένουν...

















-Γεια σας! Από 'δω ο Don Juan, είπε ο Mauricio. Τον ξέρω εδώ και πολλά χρόνια, αλλά δεν έτυχε ποτέ να σας τον γνωρίσω!
Συστήθηκε με όλους, και όταν έφτασε στην Donna Helena, τα μάτια της συνάντησαν τα δικά του και δεν έλεγαν να ξεκολλήσουν...
-Λοιπόν... Δε μπαίνουμε; ρώτησε αμήχανα τους άλλους ο Juan και μπήκε.
Όταν πια άρχισαν όλοι να χορεύουν, ο Mauricio και η Barbie (Barbarella) ήταν αυτοκόλλητοι, φιλιόντουσαν παθιασμένα και κουνιόντουσαν στον ρυθμό της μουσικής! Η Bianca και η Leticia είχαν ήδη βρει δύο γοητευτικούς άνδρες, και οι μόνοι που είχαν μείνει χωρίς ταίρι ήταν η Donna Helena και ο Don Juan... Έτσι, (ε πώς θα γινόταν...) αυτός της ζήτησε να χορέψουν. Αυτή δεχτήκε. Όταν συναντήθηκαν τα χέρια τους, ήταν σαν τα διαπερνάει ένας ηλεκτρισμός και ήξεραν ότι είναι φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλον... Όταν πια, μέτα από πολλή ώρα, κάθησαν, κοιτούσαν ο ένας τον άλλον συνέχεια με σπινθηροβόλες ματιές... Μέχρι που εμφανίστηκε η Bianca, και με ένα αποφασιστικό τράβηγμα την πήγε στο μπάνιο με ταχύ βήμα.
-Τι γίνεται εδώ περά; Βαρέθηκες τον Jose και αμέσως γι' άλλα;;; είπε κοφτά η Bianca.
-Μα... τι λες;
-Είδα πως τον κοιτούσες, και μη μου κάνεις τώρα την ανήξερη! Δεν αξίζει στον Jose να του φέρεσαι έτσι! Εσύ δε μου έλεγες ότι ήσουν ερωτευμένη και τον αγαπούσες;;;
-Ε, τώρα είμαι ερωτευμένη μ'αυτόν! Είναι κούκλος! ...Έχεις δει πως φαίνονται οι κοιλιακοί του μέσα από την μπλούζα του;
-Όχι δεν έχω δει! Και ούτε με νοιάζει! Κάγκουρας είναι!!! Και ειδικά η στέκα του του είναι γελοία! Το μόνο ωραίο πάνω του είναι τα μάτια του!
-...Αχ ναι....! Τι πανέμορφα μάτια! Αυτό το γαλαζοπράσινο της θάλασσας, που τα κύματά της χτυπάνε απαλά τις όχθες της καρδιάς μου...
-Καλά, ακούς τον εαυτό σου τώρα, ή...
-Είμαι ερωτευμένη!
-Ναι, με τα μάτια του! Τέλος πάντων... Τουλάχιστον, τα αισθήματα είναι αμοιβαία, ή σε θέλει απλά για μια νύχτα;
-Τι;;; Έμενα, για μια νύχτα; Πώς τολμάει;
-Όχι, όχι, ερώτηση ήταν...
-Α... Πάλι καλά... Δεν ξέρω... Δεν το πιστεύω! Λες;
-Δεν ξέρω, θα μάθουμε! Πάντως, αλήθεια, θα μπορούσε αυτός να είναι ο... άλλος που μας έλεγες;
-Ναι!!! Δεν μπορείς να φάνταστεις τα συναισθήματά μου αυτή τη στιγμή!
-Ναι, αλλά θα πρέπει να το πεις στον Jose! Δεν μπορείς να έχεις και τους δύο ταυτόχρονα!
-Ναι..., είπε αμήχανα η Helena. Δε θα τους έχω ταυτόχρονα!...
Άλλα σκεφτοταν και άλλα έλεγε όμως...
Η Graciela καθώς αναπολούσε τις στιγμές κόντα στον Jorje, σκεφτόταν ότι αύριο θα πήγαινε τουλάχιστον να του μιλήσει! Δεν άντεχε άλλο! Καθώς έψαχνε για κάτι να στολιστεί, το μάτι της έπεσε πάνω στα εισητήρια της επιστροφής στην Guadalajara! Τα είχε ξεχάσει τελείως! Θα πήγαινε με το τρένο, την πρώτη του μηνός, πρωί-πρωί... Μα... αυτό ήταν αύριο!

11 Ιαν 2007

ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ 3-Το πρώτο επεισόδιο του 2007! Καλή Χρονιά!

...Η Graciela, περνούσε ανέμελες στιγμές ξεγνοιασιάς στο φτωχικό εξοχικό της στην Σάντα Κλάρα. Αυτό το μέρος της έφερνε ευχάριστες αλλά και δυσάρεστες αναμνήσεις... Όλα είχαν αρχίσει τρία χρόνια πριν... Ήτανε καλοκαίρι! Ο ήλιος έκαιγε... και η Graciela βαριόταν τρομερά! Ανυπομονούσε να γυρίσει στην Guadalajara, για να είναι μαζί με τις φίλες της, Helena και Bianca. Η διάθεσή της όμως άλλαξε, όταν γνώρισε το γιο μιας φίλης της σεβαστής της μητέρας, της Esperantsa. Το όνομα του ήταν Jorje. Είχε ακούσει πολλά για αυτόν απ' τα άλλα κορίτσια της γειτονιάς. Όλες έλεγαν πως ήταν λίγο τρελούτσικος (με την καλή την έννοια πάντα), και λίγο περίεργος. Η Graciela όμως όταν τον είδε, σαγηνεύτηκε αμέσως από την ιδιαίτερη ομορφιά του και γοητεύτηκε απ' το ταλέντο του στην κιθάρα. Κάθε βράδυ ο Jorje πήγαινε με την παρέα του στην παραλία κοντά στο σπίτι της Graciela. Εκείνη τον κοιτούσε μέσα από το παράθυρό της, και θα μπορούσε να τον κοιτάει για ώρες. Και τι δεν θα έδινε για να πάρει μια λέξη απ’ το στόμα του. Το στόμα, που άλλη το φιλούσε… Οι μπούκλες του χάιδευαν το καλοσχηματισμένο του πρόσωπο, τα γυαλιά του γυάλιζαν στο φως του φεγγαριού, και τα χαρακτηριστικά του της θύμιζαν άγγελο... Με λίγα λόγια τον είχε ήδη ερωτευτεί χωρίς καν να τον ξέρει... Κι έτσι, πως θα μπορούσαν τα συναισθήματα να είναι αμοιβαία;
….Καθώς όμως η Graciela θυμόταν όλα αυτά, πίσω στην Guadalajara η Bianca στα Starbucks, συναντήθηκε με την Donna Helena που μόλις είχε γυρίσει από ψώνια με τον Mauricio και την Barbarella. Της είπε με λεπτομέρειες όλα όσα είχαν συνέβη, αλλά της εκμυστηρεύθηκε και κάτι:
-Αχ, καλή μου Bianca, δεν ξέρω τι να κάνω πια! Αγαπώ τον Jose όσο τίποτα άλλο, μα δεν μπορώ να ζω έτσι... Αυτός που αγαπώ είναι τόσο μακριά μου και εγώ χρειάζομαι αγάπη. Αγαπη και στοργη που δεν μπορώ να έχω. Δεν μπορώ να παρατήσω τα μαθήματά μου στο πανεπιστήμιο, δεν μπορώ να παρατήσω το Zara και το Pull and Bear. Άμα μάθει κάτι ο πατέρας μου, δεν θα με αφήσει να πάω ξανά στο ράντζο, και θα βάλει τους ιδιωτικούς του detectives να με παρακολουθούν σε κάθε βήμα μου... Τώρα που δεν είμαι τυφλωμένη απο το πάθος και που βλέπω τα πράγματα πιο καθαρα, σκέφτομαι πως ίσως δεν έπρεπε να έχει γίνει τίποτα απο όλα όσα έγιναν. Ίσως δεν έπρεπε να φερθώ τόσο απερίσκεπτα…. Ίσως αναζητήσω αυτά που θέλω στην αγκαλιά ενός άλλου...
-Μα, τι είναι αυτά που λες Helena??? Άμα σε άκουγε η Graciela δεν θα συμφωνούσε με τίποτα. Αλλά ούτε εγώ συμφωνώ. Δε γίνεται απ' τη μία να λες ότι αγαπάς τον Jose κι απ' την άλλη να λες ότι όλα ήταν ένα λάθος και ότι θες άλλον...
-Κι όμως γίνεται!
Αξίζει να σημειωθεί ότι όλη αυτή την ώρα η Barbarella με τον Mauricio σορόπιαζαν, και αποσυντόνιζαν την συζήτηση. Ως εκ θαύματος, ξεκόλλησαν και η Barbarella είχε μια ιδέα που άρεσε στην Donna Helena γιατί την βόλευε, αλλά δεν άρεσε καθόλου στην Bianca, που πάντα ήταν η πιο λογική και προσγειωμένη της παρέας. (μέχρι να αρχίσει η ιστορία με τον Alfonso, αλλά αυτό δεν είναι της παρούσης)
- Barbarella δεν μπορείς να φανταστείς τι ιδέα μου έδωσες. Αχ, είσαι υπέροχη, σε λατρεύω! Μπορώ να τα φτιάξω και με άλλον εδώ στην Guadalajara, και ο Jose να μην το μάθει! Εσύ Bianca τι λες;
Η Bianca την κοίταξε λοξά και αγριεμένα, έτσι που φωτιζόταν μόνο το μισό της πρόσωπο, και της είπε:
- Α, δεν πας καλά! Ποιος σου είπε ότι μπορείς να κάνεις ότι θες με τις ζωές των άλλων? Δεν είναι σωστό και το ξέρεις. Καλύτερα να μην σου ξαναπεράσει από το μυαλό. Κι εσύ Barbarella μην της λες τέτοια πράγματα γιατί μπορεί και να τα κάνει!
-«Μα εγώ το εννοούσα» πήγε να πει η Barbarella, αλλά το βλέμμα της Bianca της έκοψε τη φόρα.
Η Donna Helena, έχοντας ένα αινιγματικό βλέμμα στα μάτια της, σταύρωσε τα χέρια της, και βυθίστηκε σκεπτόμενη στην πολυθρόνα της έχοντας ένα χαμόγελο σχηματισμένο στα βαμμένα κόκκινα χείλη της….